Την προηγούμενη εβδομάδα ήταν η γιορτή του πατέρα. Λόγω
της απεργίας των δημοσιογράφων δεν δημοσίευσα ένα κείμενο που είχα γράψει για
τον δικό μου μπαμπά. Σήμερα Ψυχοσάββατο νομίζω είναι ευκαιρία.
Τεσσεράμισι χρόνια χωρίς τον πατέρα μου και δεν έχει
φύγει ποτέ από τη σκέψη μου. Και επειδή τα δύο τελευταία είμαι άνεργη θυμάμαι
τα λόγια του: «Παιδί μου το επάγγελμα σου είναι καλό». Τώρα βέβαια δεν βρίσκω
εργασία και σίγουρα αυτό θα τον πλήγωνε. Γιατί απολύθηκα και σε μια δύσκολη
χρονική συγκυρία: ενάμισι μήνα πριν παντρευτώ. Θυμάμαι ένα εξάμηνο που ήμουν
άνεργη και έψαξε ο ίδιος δουλειά και μου βρήκε. Μετά όταν προέκυψε η επόμενη
εργασία, ήρθε και έπιασε την εργοδότρια μου και της είπε ότι την ευχαριστεί
πολύ και θυμάμαι τα χέρια του που ακούμπησαν στο στήθος του. Πάντα ανησυχούσε
για εμάς και πάντα με ρωτούσε αν πληρωνόμουν. Επειδή όμως αργούσαν οι πληρωμές
με νευρίαζε που συνεχώς ρωτούσε. Γιατί είχα ήδη έναν πόνο και άλλος ένας
πήγαινε περισσότερος…
Ο μπαμπάς μου πάντα με ενθάρρυνε να εργάζομαι.
Θυμάμαι αυτός πήγε και είχε βρήκε τον εικονολήπτη Λάκη στο Κανάλι 6 το 1997 για
να μεσολαβήσει για εργασία. Και μετά βέβαια πάντα ανησυχούσε για μένα. Καμάρωνε
και μου έλεγε πως του έλεγαν φίλοι του πως έχω καλή πένα. Υπήρχε και ένα
διάστημα που συκοφαντήθηκα ότι έγραψα ένα κείμενο κατά των συναδέλφων του και
εκεί πληγωθήκαμε και οι δύο. Τότε υπήρχαν κάποιοι κακοθελητές που του είπαν:
«Αντώνη από ρόδο βγαίνει αγκάθι»… Ας είναι. Τους συγχωρώ γιατί δεν ξέρανε πόσο
πλήγωσαν τον μπαμπά μου τότε. Ο μπαμπάς μου ήταν πάντα δίπλα μου. Και τώρα
πραγματικά στεναχωριέμαι που δεν τον έχω κοντά μου. Μπορεί να έχω έναν υπέροχο
σύζυγο αλλά δεν έχω τον αγαπημένο μου μπαμπά να καμαρώσει που παρόλο ότι είμαι
άνεργη του χρόνου τελειώνω το πανεπιστήμιο και παίρνω το πτυχίο μου. Με τα δικά
μου χρήματα οι σπουδές…
Σίγουρα θα γελούσε και θα μου έλεγε: «Ας υπάρχει
παιδί μου και ο Θεός είναι Μεγάλος». Γιατί ο μπαμπάς μου ακόμη και όταν έβλεπε
τη ζωή να φεύγει και ήταν 58 χρόνων έλεγε: «Ζήσαμε καλά»… Και δοξολογούσε το
Θεό. Και θυμάμαι μια μέρα πριν φύγει από τη ζωή που είχα πάει στη Θεσσαλονίκη
για να τον φέρουμε από το νοσοκομείο που παρόλο ότι δεν μπορούσε να αναπνεύσει
με ρώτησε με τι είχα πάει. Γιατί ο μπαμπάς μου πάντα ανησυχούσε. Και όταν μετά
ήταν μπροστά μας με το ασθενοφόρο και εμείς πίσω με το αυτοκίνητο με την αδελφή
μου θυμηθήκαμε τις στιγμές μας που μας γέμισε ο μπαμπάς μου και βλέπαμε να
φεύγουν…
Και λίγο πριν κλείσει τα μάτια του ήμουν εκεί δίπλα
του… Και εκεί έπρεπε εγώ να τον καθησυχάσω και να του πω: «Μπαμπά μη φοβάσαι
εμείς είμαστε εδώ δίπλα σου. Κοιμήσου»… Ο μπαμπάς μου είμαι εγώ πολλές φορές…
Και είναι σαν να ζει στο σώμα μου, να ακούω τη φωνή του μέσα από τη δική μου,
να βλέπω τις κινήσεις του μέσα από τις δικές μου, να υπάρχει μέσα από εμένα.
Μπαμπά σ’ αγαπάω…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου