Γράφει η Ελένη Χατζηγεωργίου, Εκτοπισθείσα από Κ.
Ζώδια
Σήμερα 29 Οκτωβρίου είναι η ημέρα μνήμης των 1619
αγνοουμένων της τουρκικής εισβολής στο νησί της Κύπρου μας τον Ιούλιο και
Αύγουστο 1974. Η ημέρα μνήμης καθιερώθηκε με ψήφισμα της Βουλής των
Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας τον Απρίλιο 2010.
Η σκέψη μας σήμερα είναι στους 1619 αγνοούμενους από
τους οποίους δυστυχώς πολύ λίγων ταυτοποιήθηκαν τα οστά με την μέθοδο DNA και
έχουν γίνει οι κηδείες τους, έστω κι αν μέσα στα κασελάκια τις περισσότερες
φορές υπάρχουν απλά 2- 3 οστά από τον αγνοούμενο.
Έχουν ταυτοποιηθεί μέχρι σήμερα τα οστά 336
αγνοουμένων. Η πιθανότητα οι αγνοούμενοι να είναι νεκροί δυστυχώς υπερισχύει
σήμερα λαμβάνοντας υπόψη και τα 39 χρόνια που έχουν περάσει αλλά και το
γεγονός, ότι όσοι συνελήφθησαν και δεν καταγράφηκαν από τα Ηνωμένα Έθνη ή τον
Ερυθρό Σταυρό εκτελέστηκαν από τις ορδές του Αττίλα και ετάφησαν για να μην
τους βρουν. Μια τέτοια χαρακτηριστική
περίπτωση είναι κι αυτή της 17χρονης Αντρούλας Χριστοδούλου από τον Ταύρο Αμμοχώστου.
Είναι γνωστό ότι οι αιμοβόροι Τούρκοι εισβολείς είχαν σκοπό και εντολές άνωθεν
να σκοτώνουν και να βιάζουν για να αφελληνίσουν ότι καταλάμβαναν, όχι ότι δεν
το ήθελαν ή δεν την έχουν στο είναι τους την βαρβαρότητα, αλλά είχαν ειδικές
εντολές.
21 Αυγούστου 1974 τη νύχτα Τούρκοι στρατιώτες φτάνουν στο σπίτι της
κυρά-Ελένης της μάνας της Ανδρούλας με ανήθικους και βάρβαρους σκοπούς για τα
κορίτσια της. Η μάνα σαν Κέρβερος στέκει στην πόρτα της, και καταφέρνει με τις
φωνές και την αντίσταση της να τρέψει σε φυγή τους άνανδρους Αττίλες. Δυστυχώς όμως την επομένη το πρωί οι Τούρκοι
στρατιώτες ξαναήλθαν στο χωριό τους. Τρεις απ’ αυτούς παραβίασαν την πόρτα του
σπιτιού κι άρχισαν να γαζώνουν με τα αυτόματα τους το ανώγι που ήταν η
οικογένεια. Καταφέρνουν να
ακινητοποιήσουν την μάνα και ξεχωρίζουν τα τρία μεγαλύτερα κορίτσια, τα οποία
απελπισμένα προσπάθησαν να πιαστούν από την μάνα τους. Κτύπησαν την μεγάλη με το υποκόπανο του
όπλου, η μικρή έβαλε τα κλάματα και την Αντρούλα που ήταν στην αγκαλιά της
μάνας της, την τράβηξαν με την βία και την
έριξαν κάτω. Η Αντρούλα άρχισε να
φωνάζει: «Τούτον το πράγμα δεν το
δέχομαι, τούτον το πράγμα δεν το μπορώ, προτιμώ να πεθάνω· μάνα μου, αδερφές
μου, βοηθάτε με», πάλευε με την ψυχή του το μικρό 17χρονο κορίτσι, τόσο πολύ,
που οι Αττίλες που δεν μπορούσαν να την δαμάσουν την πυροβόλησαν με τρείς
σφαίρες στον κρόταφο.
Δεν έφτανε το φονικό που έκαναν οι βάρβαροι,
φοβούμενοι μην την ανακαλύψουν οι άντρες των Ηνωμένων Εθνών, γιατί ήδη ένα
πιτσιρίκι είχε προλάβει να το σκάσει και τρέχοντας ειδοποίησε τους
κυανόκρανους, πήραν το νεκρό νεανικό
σώμα της Ανδρούλας και το έθαψαν σε άγνωστο μέχρι σήμερα τόπο.
Η κυρά Ελένη η τραγική μάνα της Αντρούλας έφυγε απ’
αυτή τη ζωή, με το παράπονο στα χείλη ότι δεν αξιώθηκε να ανάψει ένα καντηλάκι,
ένα κερί στον τάφο του κοριτσιού της. Τ’ αδέλφια της Αντρούλας όμως ελπίζουν
ακόμη ότι κάποια μέρα θα περισυλλέξουν τα τιμημένα οστά της αδελφής τους και θα
τα θάψουν, και αν δεν μπορέσουν θα τα θάψουν οι μικρές Αντρούλες που γέμισαν τα
σπιτικά όλων τους.
Οι μάνες της Κύπρου αγαπητοί μου συμπολίτες και
συμπολίτισσες κρατάνε πάντα το δάκρυ τους στην άκρη των βλεφάρων τους, γιατί τα
χέρια τους πρέπει να κρατούν γερά τις φωτογραφίες των αγνοούμενων παιδιών τους,
γιατί πρέπει να τα βρουν, κι αν δεν το καταφέρουν αυτές υπάρχουν πάντα τα
παιδιά τους, τα εγγόνια τους, οι γυναίκες των αγνοούμενων, που κι αυτές
συνεχίζουν να κρατούν τις φωτογραφίες και να τους περιμένουν. Όπως μας είπε
πρόσφατα και η αγαπητή μου Αφροδίτη Σεργενάκη που ο σύζυγος της ο Ρόδιος
Γιώργος Σεργενάκης αγνοείται από το 1974, τον περιμένει ακόμη κι αυτή και τα
παιδιά της. Περιμένουν να γυρίσει το νέο παλικάρι που πήγε να καταταγεί
εθελοντής στην εθνοφρουρά όταν άρχισε η εισβολή, για να πολεμήσει για την
πατρίδα της αγαπητής του συζύγου, για να προστατέψει από τους Τούρκους
εισβολείς τον ακρογωνιαίο λίθο του ελληνισμού.
Σ’ αυτούς τους ανθρώπους το μόνο που μπορούμε να
κάνουμε, είναι να τους θυμόμαστε και να ζητάμε συνεχώς την διακρίβωση της τύχης
τους. Και τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης εδώ στην Ελλάδα μας ας ασχοληθούν λίγο μ’
αυτό το θέμα, είναι θέμα πάνω απ’ όλα ανθρωπιστικό, ας μην προβάλουν μόνο ότι πουλάει. Οι δε πολιτικοί μας στην
Κύπρο που δέχθηκαν μέχρι και να φύγουν οι ιατροδικαστές από τις εκταφές, όπως
απαίτησε η Τουρκία μόνο και μόνο για να μην υπάρχουν μαρτυρίες για τον τρόπο
που σκότωσαν τους συλληφθέντες αγνοούμενους, ας επιμένουν πιο πολύ μαζί με τους
Ελλαδίτες πολιτικούς στους διεθνείς οργανισμούς και στους ισχυρούς της γης, για
να πιεστεί πιο πολύ η Τουρκία, να επιταχυνθεί ο ρυθμός των ανασκαφών στην
Κύπρο, αλλά και να φανερώσει που έθαψε κι αυτούς που σκότωσε ή πέθαναν στις
τουρκικές φυλακές, κι αν υπάρχουν ακόμη έστω ελάχιστοι φυλακισμένοι ας τους
παραδώσει. Επιτέλους ο ανθρώπινος πόνος δεν ξεχωρίζει ούτε χρώματα, ούτε φυλές.
Θα κλείσω αυτό το προσευχητάρι ψυχής για τους
αγνοούμενους μας μ’ ένα ποίημα που έγραψε ο υποστράτηγος ε.α. Πάτσαλος Κωνσταντίνος για την μάνα του αγνοούμενου. Το οποίο μπορεί
κάποιος να το αναζητήσει και στο διαδίκτυο και να το ακούσει από τον ίδιο τον
ποιητή στην ιστοσελίδα: http://www.youtube.com/watch?v=7rlTqTitF1Q (Προεπισκόπηση)
Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΥ
Στα μαύρα, στα ολόμαυρα, τ' αγνοουμένου η μάνα
γονατιστή προσεύχεται στη Παναγιά και λέει :
- Κυρά του Κύκκου, Δέσποινα, Κυρά Χαριτωμένη
άκου τζαι εμέν τον πόνο μου λυπήθου με τζαι πε μου
πεσ' μου να ξέρω Δέσποινα που βρίσκεται ο γιος μου.
Να μάθω, αν εν ζωντανός μεσ' της Τουρτσιάς τα μέρη
να κλάψω και να λυπηθώ να μεν γιορτολο'ι'σω
να μείνω στα ολόμαυρα παντοτεινά ντυμένη.
Κι αν μάθω πως τον σκότωσαν να πράξω καθώς πρέπει.
Ν' άψω καντήλαν του Χριστού προζύμιν να γυρέψω
τζιαί να ζυμώσω πρόσφορα και πίτταν να πλουμίσω
και κόλλυφα την Κυριακήν στην εκκλησιάν να φέρω
την Κυριακήν πολούτουρκα μνημόσυνον να κάμω.
Να ευλογήσει ο παπάς να ψάλλουν οι ψαλτάδες
κι ‘άμα τελείωσ'
η ψαλμουδκιά και τον ονοματήσει
πα' στο πεζούλιν να ανεβώ στον κόσμο να φωνάξω.
"Ελάτε ελάτε χωριανοί θέλω να σας κεράσω
τον γιον μου τον επάντρεψα κεραστικόν του πάρτε.
Τον γιον μου τον άρμασα με μιαν αρχοντοπούλαν
την κόρην της Ελευθεριάς και παει αργόν
ταξίδιν"
Κι ύστερα,
ύστερα Παναγία μου τίποτες πια δεν θέλω
μόνον, μόνο
το Χάρον στείλε μου να πάρει την ψυχήν μου
να πάω, να πάω να βρω τον γιόκκαν μου
να αναπαυτώ,
να' πνάσω .
ΠΑΤΣΑΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΥΠΟΣΤΡΑΤΗΓΟΣ Ε. Α.